Τις ημέρες του Πάσχα, πέρα από τα καθιερωμένα (και εκ τούτου βαρετά) μηνύματα της πολιτικής και εκκλησιαστικής ηγεσίας, η πολιτική επικαιρότητα χαρακτηρίστηκε (και χρωματίστηκε) από ένα πρωτοφανές γεγονός: κάποιοι – ανεγκέφαλοι τους είπαν – έριξαν στην πυρά της λαμπρατζιάς δύο ελληνικές σημαίες. Το γεγονός επιχειρήθηκε να στολιστεί με πολιτικές προεκτάσεις αφού η πυρά στήθηκε μπροστά από το εντευκτήριο της θύρας 9 σε προάστιο της Λευκωσίας, δηλαδή των φανατικών οπαδών της ποδοσφαιρικής ομάδας που έχει σχέση με το κυβερνών κόμμα.
Ευτυχώς, στο χορό των πολιτικών αντεγκλήσεων δεν μπήκαν όλα τα κόμματα. Λέω «ευτυχώς» όχι γιατί θεωρώ το γεγονός «αμελητέο» ή «ανάξιο σχολιασμού». Κάθε άλλο. Πολύ ορθά όσοι επεσήμαναν το γεγονός κάλεσαν την αστυνομία να επέμβει και – εξ’ όσων πληροφορούμαι – απετράπη η βδελυρή και βέβηλη αυτή πράξη. Ορθά επίσης καταγγέλθηκε δημόσια το γεγονός. Και ορθώς κατεγράφη δημοσιογραφικά και σχολιάστηκε αρθρογραφικά εξεταζομένων και των προεκτάσεων της (αλλά και των αιτίων και αιτιατών) η αποτρόπαια αυτή, απόπειρα.
Πέραν τούτων όμως εάν υπάρχει ένα πολιτικό γεγονός ευρύτερης σημασίας που πρέπει επιτέλους να απασχολήσει υπεύθυνα την πολιτεία, δεν είναι η εκ καταβολών απέχθεια κατά καθετί ελληνικού από στοιχεία της Κυπριακής Αριστεράς. Αυτό είναι προ πολλού γνωστό και εκ των πραγμάτων αναλλοίωτο.
Αντίθετα, η εξέλιξη του φαινομένου των πυρομαχιών επί του οποίου πλην Οικολόγων κανένα άλλο πολιτικό κόμμα τοποθετείται, εισάγει νέα ήθη με απρόβλεπτες κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις. Για μένα, που παρακολουθώ την εξέλιξη του παρακμιακού αυτού φαινομένου των τελευταίων 10 χρόνων, το γεγονός του Μεγάλου Σαββάτου δεν ήταν έκπληξη.
Οι λεγόμενοι ανεγκέφαλοι, ρίχνουν στην πυρά εκρηκτικούς μηχανισμούς, εύφλεκτα υλικά και περιουσιακά στοιχεία συμπολιτών τους. Γιατί να κολλήσουν σε μια σημαία, για την οποία άλλωστε δεν έχουν τον παραμικρό σεβασμό; Του χρόνου οι αντίπαλοι τους θα ρίξουν στην πυρά – ως Ιούδα – τη σημαία της Κυπριακής Δημοκρατίας ή το πορτραίτο του Προέδρου. Προηγήθηκαν βεβαίως τα σύμβολα των μισητών αντίπαλων ποδοσφαιρικών ομάδων, τα εμβλήματα αντίπαλων κομμάτων κ.ο.κ.
Αυτό που πρέπει να αντιμετωπιστεί είναι αυτό το ίδιο το φαινόμενο της πασχαλινής πυρομαχίας.
Ένα φαινόμενο που πέραν των όποιων συμβολισμών έχει καταλυτικές παραμέτρους για την κοινωνία και τα ήθη του τόπου μας. Η σφαγή δέντρων, ο ανόητος πυρομανής ανταγωνισμός, ο πασχαλινός χουλιγκανισμός, η καταστροφή περιουσιών, η ροπή προς τον κρότο της παρανομίας και τόσα άλλα που χαρακτηρίζουν αυτό το φαινόμενο είναι ο πραγματικός «εθνικός κίνδυνος». Επί της πυράς καίεται η περιβαλλοντική και κοινωνική ευαισθησία μιας ολόκληρης (σχεδόν) γενιάς. Καίονται όλες οι αρχές και τα διδάγματα μιας ανερμάτιστης παιδείας και ενός ανάπηρου εκπαιδευτικού συστήματος. Αυτά τα παιδιά που έκοψαν 150 ευκαλύπτους για να κάνουν «χάζι» για 15 λεπτά πυρκαγιάς, είναι αυτά που αναγιώνονται με το «φυτέψτε δέντρα» και τις ιλουστρασιόν εκδόσεις της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης. Σήμερα, ο εθνικός μας ποιητής, ακούγεται επίκαιρος και δεικτικός να υποδεικνύει ότι «οι Έλληνες πρέπει να μάθουν να θεωρούν εθνικό, ότι είναι αληθινό». Δεν είναι λοιπόν μόνο οι Ελληνικές σημαίες – ή τα όποια σύμβολα – που κινδυνεύουν να καούν στην πυρά. Είναι ό,τι αληθινό έχει να κάνει με την ευγένεια και τη γνησιότητα της ηθικής ενός λαού που αντικατοπτρίζεται στα έθιμα, στα ήθη και τις παραδόσεις μας.