Ο
Πρόεδρος της Δημοκρατίας ασκεί μαζί με το εντεκαμελές Υπουργικό Συμβούλιο που
διορίζεται από τον Πρόεδρο εκτελεστική εξουσία. (Οι Τουρκοκύπριοι από το 1963
αρνούνται τη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση).
Η
Νομοθετική εξουσία ασκείται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων τα μέλη της οποίας
εκλέγονται με καθολική ψηφοφορία με σύστημα απλής αναλογικής και για περίοδο
πέντε ετών. Η Βουλή των Αντιπροσώπων περιλαμβάνει 80 έδρες (56 για τους
Ελληνοκύπριους και 24 για τους Τουρκοκύπριους - οι 24 έδρες παραμένουν
κενές). Παράλληλα υπάρχουν τρεις
παρατηρητές από τις Θρησκευτικές Ομάδες
των Μαρωνιτών, Λατίνων και Αρμενίων. Στην Κυπριακή Δημοκρατία το
νομοθετικό όργανο, δεν έχει εκτελεστική εξουσία και υπάρχει σαφής διαχωρισμός
των δύο εξουσιών. Η σύνθεση της Βουλής δεν επηρεάζει συνταγματικά την
εκτελεστική εξουσία αφού ο πρόεδρος και το Υπουργικό Συμβούλιο δεν απαιτείται
να έχουν κοινοβουλευτική στήριξη και πλειοψηφία αφού ψηφίζεται απευθείας από το
λαό.
Το
σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν ορίζει συγκεκριμένο εκλογικό σύστημα
ούτε καθορίζει τις εκλογικές περιφέρειες. Οι σχετικές ρυθμίσεις γίνονται με
νόμο που ψήφισε η Βουλή. Μέχρι το 1979 ίσχυε το πλειοψηφικό σύστημα, το οποίο
αντικαταστάθηκε αρχικά από το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής (Νόμος 72 του
1979) και αργότερα από ένα σύστημα που προσομοιάζει στην απλή αναλογική (Νόμος
11(Ι) του 1996), αφού το πλειοψηφικό δεν εξασφάλιζε την αντιπροσώπευση της
μειοψηφίας και οδηγούσε σε άδικη και άνιση κατανομή των εδρών, μη συναρτώμενη
με την πραγματική δύναμη των κομμάτων.
Σύμφωνα
με το υφιστάμενο σύστημα, κάθε κόμμα το οποίο εξασφαλίζει το εκλογικό μέτρο,
δηλαδή ποσοστό μεγαλύτερο από το 1/56 των έγκυρων ψήφων αποκτά δικαίωμα συμμετοχής στην κατανομή των βουλευτικών
εδρών. Ο κάθε ψηφοφόρος έχει δικαίωμα να
δώσει την ψήφο του σε ένα κόμμα ή να εκδηλώσει προτίμηση προς συγκεκριμένους
υποψηφίους (ενός μόνο κόμματος) σημειώνοντας την επιλογή του στο όνομα τους.
Ο
εκλογικός κατάλογος καταρτίζεται ανά εκλογική περιφέρεια. Η εγγραφή στους εκλογικούς
καταλόγους είναι υποχρεωτική και ο καθένας μπορεί να εγγράφεται σε ένα μόνο
εκλογικό κατάλογο.
Ο
αριθμός των εδρών ανά επαρχία προκύπτει από την διαίρεση του συνολικού αριθμού
των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων στην επαρχία διά του αριθμού του συνόλου των
εγγεγραμμένων ψηφοφόρων που αντιστοιχεί στο 1/56 του συνόλου των εγγεγραμμένων
ψηφοφόρων.
Μετά
την καταμέτρηση των ψήφων, που γίνεται κατά περιφέρεια, και μετά την αφαίρεση
των άκυρων και λευκών, διαιρείται ο αριθμός των έγκυρων ψηφοδελτίων διά του
αριθμού των εδρών της. Το πηλίκο (χωρίς το κλάσμα) αποτελεί το εκλογικό μέτρο. Κατά
τον τρόπο αυτό καθορίζεται το εκλογικό μέτρο, δηλαδή, ο αριθμός ψήφων που
αντιστοιχεί σε κάθε έδρα. Συνεπάγεται εκ τούτου ότι το εκλογικό μέτρο στην
πρώτη κατανομή δεν είναι ακριβώς το ίδιο ανά επαρχία.
ΠΡΩΤΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΕΔΡΩΝ:
Για την
πρώτη κατανομή εδρών, σε κάθε επαρχία διαιρούμε το σύνολο των ψήφων κάθε
κόμματος διά του εκλογικού μέτρου για να καθοριστεί ο αριθμός υποψηφίων του που
εκλέγονται. Για παράδειγμα, το 1996, στη Λευκωσία, αναλογούσαν στον ΔΗΣΥ
46935/6473=7,25. Εξασφαλίζει, δηλαδή, 7 έδρες στην πρώτη κατανομή και έχει
αχρησιμοποίητο υπόλοιπο 46935-(6473Χ7)=1624 ψήφους.
Η ίδια
διαδικασία θα γίνει για το κόμμα σε όλες τις περιφέρειες και στη συνέχεια για
όλα τα άλλα κόμματα για όλες τις περιφέρειες και θα ολοκληρωθεί η πρώτη
κατανομή.
Το
γεγονός ότι από τη διαίρεση των ψήφων κάθε κόμματος διά του εκλογικού μέτρου
προκύπτει κλάσμα έδρας (στο πιο πάνω παράδειγμα έχουμε 0,25 για το ΔΗΣΥ, στη
Λευκωσία), σημαίνει ότι υπόλοιπο εδρών απομένουν για τον επόμενο γύρο
κατανομής. Το 1996 είχαμε υπόλοιπο 16 έδρες (ποσοστό 28,6% του συνόλου).
ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΕΔΡΩΝ:
Προς το
σκοπό διαμερισμού των εδρών αυτών θα γίνει δεύτερη κατανομή. Ακολουθείται η πιο
κάτω διαδικασία: Προστίθενται τα υπόλοιπα των κομμάτων που εξασφάλισαν ποσοστό
πέραν του 1/56 των ψήφων ή των συνασπισμών δύο κομμάτων που πήραν πάνω από 10%,
σε παγκύπριο επίπεδο.
Για
παράδειγμα, στην περίπτωση του 1996, δικαίωμα για τη δεύτερη κατανομή είχαν το
ΑΚΕΛ, ο συνασπισμός ΔΗΣΥ-Φιλελευθέρων, το ΔΗΚΟ, η ΕΔΕΚ και το ΚΕΔ, των οποίων
τα υπόλοιπα ψήφων ήσαν συνολικά 91694. Διαιρώντας τον αριθμό αυτό με τις έδρες
που απέμειναν (16) καθορίζουμε το εκλογικό μέτρο της δεύτερης κατανομής, που θα
χρησιμοποιηθεί στη νέα αυτή. Προκύπτει ο αριθμός 5731, με τον οποίο θα
διαιρεθεί το σύνολο των αχρησιμοποίητων ψήφων κάθε κόμματος. Το 1996 είχαμε το
ακόλουθο αποτέλεσμα:
ΑΚΕΛ =
3,02 ΔΗΣΥ=3,82 ΔΗΚΟ=
3,80 ΕΔΕΚ=2,98 ΚΕΔ=2,37
Το
ακέραιο τμήμα του αποτελέσματος δείχνει τον αριθμό εδρών που παίρνει το κάθε
κόμμα στη φάση αυτή της κατανομής.
Έτσι
από τις 16 έδρες κατανέμονται 3+3+3+2+2=13 και απομένουν 3 για την τελική φάση
η οποία θα γίνει με βάση το πιο μεγάλο κλάσμα από την πιο πάνω διαίρεση. Η
πρώτη έδρα καταλήγει στην ΕΔΕΚ (0.98), δεύτερη στον ΔΗΣΥ (0.82) και η τρίτη στο
ΔΗΚΟ (0.80). Επισημαίνεται ότι η συμμετοχή ενός κόμματος στην τρίτη κατανομή
είναι δυνατή μόνο αν αυτό έχει πάρει πάνω από 2/56 των ψήφων σε παγκύπρια βάση
(3.6%). Συνεπώς κόμματα με παγκύπρια εκλογική δύναμη μέχρι και 3.6% αντιπροσωπεύονται
μόνο με ένα βουλευτή (για αυτό λέμε σχεδόν απλή αναλογική).
Η σειρά
που ακολουθείται για την πρώτη κατανομή των εδρών ξεκινά με το κόμμα που έχει
τις πιο πολλές ψήφους στην περιφέρεια και συνεχίζει με το επόμενο πιο ισχυρό
και ούτω καθεξής.
Σε ότι
αφορά τους υποψήφιους κάθε κόμματος, εκλέγονται με τη σειρά αυτοί που έχουν
τους πιο πολλούς σταυρούς προτίμησης και σε περίπτωση ισοψηφίας με βάση τη
σειρά στο ψηφοδέλτιο.
Η
δεύτερη κατανομή αρχίζει από το κόμμα με το πιο μεγάλο υπόλοιπο ψήφων
(παγκύπριο άθροισμα). Παίρνει την πρώτη του έδρα στην περιφέρεια με το πιο ψηλό
υπόλοιπο αχρησιμοποίητων ψήφων και στη συνέχεια μεταβαίνει διαδοχικά στις
επόμενες μέχρι να συμπληρώσει τον αριθμό εδρών που δικαιούται. Σε περίπτωση που
συναντά περιφέρεια χωρίς υπόλοιπο εδρών, μεταβαίνει στην αμέσως επόμενη.
Στην
τελική φάση (λεγόμενη τρίτη κατανομή) ακολουθείται η ίδια σειρά.
ΕΚΛΟΓΗ ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ:
Οι
βουλευτές εκλέγονται από τις λίστες των κομμάτων ή από τους ανεξάρτητους. Στις
λίστες των κομμάτων οι υποψήφιοι μπαίνουν με αλφαβητική σειρά. Ο αρχηγός
κόμματος στην περιφέρειά που κατέρχεται ως υποψήφιος τίθεται επικεφαλής και δεν
χρειάζεται σταυρό προτίμησης. Εάν στη συγκεκριμένη περιφέρεια ο συνδυασμός
εκλέξει βουλευτή, εκλέγεται απευθείας ο επικεφαλής. Επικεφαλής μπορεί να είναι και
άλλος πλην του αρχηγού εάν οριστεί από τον συνδυασμό.
Ανά
περιφέρεια ο ψηφοφόρος δικαιούται συγκεκριμένο μέγιστο αριθμό σταυρών προτίμησης.
Έγκυρο θεωρείται το ψηφοδέλτιο που ξεκάθαρα καθορίζει την επιλογή του ψηφοφόρου
όσον αφορά το συνδυασμό (ή τον ανεξάρτητο) υποψήφιο. Συνεπώς κάθε οριζόντια
προτίμηση θεωρείται ΑΚΥΡΗ. Ψηφοδέλτιο θεωρείται άκυρο εάν δεν είναι ξεκάθαρη η
κατά συνδυασμό προτίμηση πχ. αν υπάρχει σταυρός σε δύο κόμματα ή εάν υπάρχουν
σταυροί προτίμησης σε υποψηφίους πολλών κομμάτων χωρίς επιλογή συνδυασμού. Μόνο
όταν όλες οι επιλογές του ψηφοφόρου σε ότι αφορά τους υποψηφίους βρίσκονται στο
ίδιο συνδυασμό θεωρείται έγκυρο το ψηφοδέλτιο και έγκυρες οι επιλογές του για
υποψηφίους (αρκεί να μην υπερβαίνουν τον αριθμό υποψηφίων που δύναται να
ψηφίσει). Αν είναι ξεκάθαρη η επιλογή του για το κόμμα ή το συνδυασμό και όχι
για τους υποψηφίους τότε θεωρείται έγκυρο για το κόμμα και δεν λαμβάνεται υπόψη
για τους υποψηφίους. Αντίθετα εάν είναι ξεκάθαρη η επιλογή του για τους
υποψηφίους αλλά όχι για το κόμμα (δηλαδή δεν σημείωσε το τετράγωνο για το κόμμα
και οι επιλογές του υποψηφίου προέρχονται από πολλά κόμματα δηλ. οριζόντια)
τότε το ψηφοδέλτιο είναι ΑΚΥΡΟ (και για το κόμμα και για τους υποψήφιους).
Συνεπώς
το σύστημα όπως λειτουργεί σήμερα στηρίζεται στην υποστήριξη των συνδυασμών
(κομμάτων) και αποθαρρύνει την οριζόντια ψηφοφορία.
ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ:
Κατ’
αναλογίαν ισχύουν τα ίδια στις ευρωεκλογές με μόνη διαφορά ότι ολόκληρη η
Κύπρος θεωρείται μία εκλογική περιφέρεια. Δεν υπάρχει δηλαδή μεταφορά
υπολοίπων. Το σύστημα είναι πιο αναλογικό παρά το γεγονός ότι διατηρείται το
πλαφόν του 1.8%.
Πλεονεκτήματα:
Είναι
βοηθητικό για τα μικρότερα πολιτικά κόμματα γιατί προωθεί την αντιπροσώπευση
όλων των πολιτικών απόψεων αναλογικά και είναι σχετικά απλό. Δοκιμάστηκε για
σειρά ετών χωρίς να προκληθούν ιδιαίτερα προβλήματα και οι ψηφοφόροι έχουν
συνηθίσει να το λειτουργούν χωρίς πολλές συγχύσεις. Παρέχει τη δυνατότητα
έκφρασης της ευρωπαϊκής αρχής της επικουρικότητας αφού επιλέγονται οι βουλευτές
από μικρές περιφέρειες.
Βασικά μειονεκτήματα:
Στην
εποχή μας η αυξανόμενη δυσαρέσκεια στα κόμματα και η μη παροχή δυνατότητας στο
ψηφοφόρο να επιλέξει πρόσωπα αντί κόμματα, τον οδηγεί στην αποχή ή στο άκυρο /
λευκό. Επίσης υπάρχει διαφορετικό εκλογικό μέτρο ανά επαρχία και ανά κατανομή.
Υπάρχει ψηλό εκλογικό μέτρο για την «τρίτη κατανομή».
Η πρότασή μας:
Η πρότασή μας είναι απλή γιατί δεν διαφοροποιεί δραματικά το υφιστάμενο
σύστημα ώστε να προκαλεί σύγχυση στους πολίτες. Απλά όσοι ψηφοφόροι θέλουν να
επιλέξουν όπως γίνεται μέχρι σήμερα θα μπορούν να το κάνουν χωρίς να
επηρεάζεται η επιλογή υποψηφίων από άλλο κόμμα ή συνδυασμό. Αν όμως κάποιος πολίτης
δεν έχει κομματική επιλογή και θέλει να επιλέξει μόνο πρόσωπα, θα μπορεί να το
κάνει αρκεί να διατηρείται ο αριθμός σταυρών που δικαιούται ανά επαρχία. Δηλαδή
με την πρότασή μας επιτρέπεται η οριζόντια μη κομματική ψηφοφορία. Εάν τα
οριζόντια μη κομματικά ψηφοδέλτια συγκεντρώνουν τον αριθμό ή πολλαπλάσιο των
ψήφων του εκλογικού μέτρου που αντιστοιχεί στην εκλογική περιφέρεια τότε
εκλέγεται βουλευτής /τες αυτός/ή που έχουν τους πιο πολλούς σταυρούς
προτίμησης. Σε περίπτωση που ο ίδιος ο υποψήφιος έχει εκλεγεί διά της
οριζόντιας με μη κομματική ψήφο αλλά και σε κομματικό ψηφοδέλτιο, τότε η θέση
του στο κομματικό ψηφοδέλτιο καταλαμβάνεται από τον αμέσως επόμενο.
Γιώργος Περδίκης
Βουλευτής
Κινήματος Οικολόγων Περιβαλλοντιστών
Πηγές:
Wikipedia
Νόμος περί Εκλογής Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου