Σάββατο
28 Ιουνίου, American Medical Centre στη Λευκωσία
Το Κίνημα Οικολόγων Περιβαλλοντιστών κατάθεσε σε
πρόσφατη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου το ακόλουθο τρίπτυχο για τη λύση του
Κυπριακού, με στόχο να βοηθήσει στο γενικότερο προβληματισμό σε σχέση με το
μεγάλο πολιτικό θέμα που απασχολεί τον τόπο μας. Το Κυπριακό τρίπτυχο έχει ένα
πρώτο μέρος με τέσσερις βασικές διαπιστώσεις, ένα δεύτερο μέρος με τέσσερις
προτάσεις που αφορούν τη διαχείριση της παρούσας φάσης με βάση την καθιερωμένη
αντίληψη (που για να εφαρμοστούν απαιτούν τη συμφωνία των Τούρκων) και ένα τρίτο
μέρος με τέσσερις προτάσεις που μπορούν να εφαρμοστούν από την Κυπριακή ηγεσία,
χωρίς να απαιτείται τίποτα περισσότερο από πολιτική τόλμη και αποφασιστικότητα.
1.
ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ
α) Τριάντα επτά χρόνια συζητήσεων στη βάση της διζωνικής
δικοινοτικής ομοσπονδίας έφεραν μόνο υποχωρήσεις και παγίωση κατοχικών
δεδομένων. Οδήγησαν στην απογοήτευση τον Κυπριακό λαό και στην απομάκρυνση από
τις αρχές μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης.
β) Όλα αυτά τα χρόνια η διαχείριση του Κυπριακού μένει
στην επιφάνεια του προβλήματος. Ασχολείται με το αποτέλεσμα και όχι το αίτιον.
Γίνεται μια διαχείριση πρόχειρη, τυχάρπαστη και βραχείας οπτικής, διαχείριση
που δεν φτάνει στη ρίζα του προβλήματος. Εμείς πιστεύουμε ότι στη ρίζα του
προβλήματος βρίσκεται ο δυσμενής συσχετισμός δυνάμεων. Αν δεν αλλάξει αυτό το
δεδομένο, ότι κι αν συμβαίνει στην επιφάνεια δεν θα έχει ιδιαίτερη σημασία.
Μάλιστα, όσο περνά ο χρόνος μπορεί ο συσχετισμός αυτός να γίνεται χειρότερος. Ο
χρόνος δεν αξιοποιείται θετικά. Αφήνεται να παρέρχεται, αναπαράγοντας και
παγιώνοντας τα κατοχικά δεδομένα. Η αντίληψη της Κυπριακής πολιτικής ηγεσίας
στερείται (διαχρονικά) στρατηγικού βάθους. Η πολιτική διαχείριση του Κυπριακού
είναι ανερμάτιστη και βραχύβια και στερείται οράματος. Χρειαζόμαστε μια νέα
πολιτική διαχείρισης του Κυπριακού μακροχρόνια και διαρκή, η οποία να
προσαρμόζεται στα καινούργια δεδομένα τα οποία διαμορφώνονται συνεχώς, χωρίς να
παρεκκλίνει από το στρατηγικό στόχο. Ο στόχος είναι μια λύση του Κυπριακού που
να διασφαλίζει την Ανεξαρτησία, την Ελευθερία και τη Δημοκρατία για το λαό
μας.
γ) Σήμερα – όπως και σε άλλες χρονικές περιόδους στην
ιστορία του Κυπριακού – μπορούμε να μιλήσουμε για εμφάνιση ενός πολιτικού
παράδοξου. Δηλαδή παραδόξως συνυπάρχουν δυσμενείς συγκυρίες μαζί με θετικές
προοπτικές. Κατά την άποψη μου η συγκυρία είναι πολύ κακή. Η Κύπρος και η
Ελλάδα βρίσκονται σε δεινή οικονομική κατάσταση και η διαπραγματευτική τους
δυνατότητα είναι πολύ περιορισμένη. Η μνημονιακή σύμβαση μπορεί να
χρησιμοποιηθεί από τους γνωστούς κύκλους του διεθνή παράγοντα ως βρόγχος και ως
μοχλός πίεσης για αποδοχή νόθας λύσης στο Κυπριακό με ικανοποίηση των Τουρκικών
στρατηγικών σχεδιασμών. Ήδη πολλοί άρχισαν να μιλούν για τα οικονομικά οφέλη
της οποιαδήποτε λύσης του Κυπριακού χωρίς να θέτουν τις αναγκαίες ρεαλιστικές
προϋποθέσεις και χωρίς να παραδέχονται τις πραγματικές δυσκολίες της εφαρμογής
ενός περίπλοκου και δυσλειτουργικού γραφειοκρατικού συστήματος διοίκησης της
χώρας, που εμπεριέχει σοβαρούς κινδύνους για την ανεξαρτησία και τη δημοκρατία του
λαού μας.
Από την άλλη, διαμορφώνονται καινούργιες συμμαχίες στην
περιοχή και προοπτικές αλλαγής του συσχετισμού δυνάμεων. Η ανακάλυψη των
κοιτασμάτων στην Κυπριακή ΑΟΖ, η προσέγγιση με το Ισραήλ, τα νέα δεδομένα στη
σχέση Τουρκίας – ΗΠΑ, η εσωτερική αναταραχή στην Τουρκία, η αποτυχία της
πολιτικής Νταβούτογλου (που μιλούσε για μηδενικά προβλήματα με τις γειτονικές
χώρες), το Συριακό, οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, το Ιράν και το Ιράκ, έχουν
αποδυναμώσει ή κατά άλλους έχουν διαφοροποιήσει το ειδικό βάρος της Τουρκίας.
Είναι προφανές ότι η επιδίωξη κατάληξης των συνομιλιών μέσα στο 2014 – 2015,
είναι μια επικίνδυνη ουτοπία. Το λιγότερο που πρέπει να γίνει είναι να
διασφαλίσουμε ότι δεν γίνονται αποδεκτά ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα και
επιδιαιτησία μέσα σε αυτές τις συνθήκες, προοπτική που οδηγεί με μαθηματική
ακρίβεια σε μια κακή λύση.
δ) Δημοκρατική νομιμοποίηση: Επί 37 χρόνια γίνεται
συζήτηση για το Κυπριακό στο επίπεδο των ηγεσιών των δύο κοινοτήτων και με ενεργό
ρόλο εκπροσώπων της διεθνούς κοινότητας. Οι πολίτες (Τουρκοκύπριοι και
Ελληνοκύπριοι), είναι ουσιαστικά απόντες. Είτε κρατούνται στο σκοτάδι και στην
άγνοια, είτε ντοπάρονται με ψεύτικα συνθήματα και φανατικές ουτοπίες. Για μένα
είναι ολοφάνερο ότι καμμία λύση του Κυπριακού προβλήματος έχει ελπίδα επιβίωσης,
εάν δεν τυγχάνει δημοκρατικής νομιμοποίησης. Η κατοχύρωση του θεσμού του δημοψηφίσματος
είναι πολύ κρίσιμο εργαλείο για τη δημοκρατική νομιμοποίηση, δεν είναι όμως
αρκετή. Οι πολίτες δεν μετέχουν στη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού και νιώθουν
αποξενωμένοι. Προετοιμάζεται μια λύση στην απουσία αυτών που τους αφορά άμεσα.
Αυτή η διαπίστωση πρέπει να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι
κάτι πρέπει να αλλάξει. Διότι διερωτώμαι ποιες πιθανότητες βιωσιμότητας έχει
ένα δοτό σύνταγμα στις συνθήκες του 21ου αιώνα;
Η χρήση του όρου «δοτό σύνταγμα» είναι μάλλον
εμβληματική και καθόλου εξαντλητική. Παραπέμπει στο ιστορικό προηγούμενο και σε
πικρές εμπειρίες του παρελθόντος που δεν μπορούν να αποτελούν μέρος του
μέλλοντος.
2. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ
α) Η προσπάθεια του Προέδρου Αναστασιάδη να υποχρεώσει
τον Έρογλου να δεσμευτεί σε μια ξεκάθαρη αρχική δήλωση που να κατοχυρώνει τη
μία και αδιαίρετη κυριαρχία, τη μία ιθαγένεια και τη μία διεθνή προσωπικότητα, είναι
φανερό ότι απέτυχε. Έχει προχωρήσει προς λανθασμένη κατεύθυνση αφού με την
κατάληξη στο κοινό ανακοινωθέν, έχει υιοθετήσει μια σειρά θέσεων των Τούρκων
(στο όνομα της ισορροπίας), ενώ οι ασάφειες και οι αμφισημίες των κοινών
ανακοινωθέντων Χριστόφια – Ταλάτ, μεταφέρονται στο διηνεκές. Δυστυχώς, ο
Πρόεδρος Αναστασιάδης έφτασε στο σημείο να υιοθετήσει τα λάθη της πολιτικής Χριστόφια
και επιπλέον έχει καταστήσει έγγραφο αναφοράς, τις γνωστές απαράδεκτες
συγκλίσεις του εγγράφου Ντάουνερ.
Η προσπάθεια για επίτευξη κοινού ανακοινωθέντος θα έπρεπε
να περιοριστεί στα πλαίσια που καθορίζει η απόφαση 1251 του Συμβουλίου
Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Εμείς επιμένουμε ότι το κοινό ανακοινωθέν έπρεπε
να είναι μικρής έκτασης και να μην απομακρύνεται από τα πλαίσια της απόφασης
1251 του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Πρόσφατα πληροφορηθήκαμε ότι θα καταβληθεί προσπάθεια
καταγραφής των συγκλίσεων / αποκλίσεων από τους δύο διαπραγματευτές. Προσωπικά
θεωρώ εξαιρετικά επικίνδυνη αυτήν την προοπτική και είναι καλό ο Πρόεδρος
Αναστασιάδης να την αποφύγει. Οι συνομιλίες για να προχωρήσουν πρέπει να
επανέλθουν στη βάση της απόφασης 1251 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
β) Όσον αφορά τη συμφωνία για τους διαπραγματευτές, θεωρούμε
ότι κακώς έγινε αποδεκτή η αμοιβαιότητα και αντιστοιχία (χιαστί διαπραγματεύσεις).
Αφού έγινε όμως πρέπει να επιδιωχθεί η εντατική απευθείας διαπραγμάτευση με την
Τουρκία μέσω του διαπραγματευτή κ. Μαυρογιάννη (έστω κι αν κακώς αυτό
συνεπάγεται και συναντήσεις του Τουρκοκύπριου διαπραγματευτή στην Αθήνα).
Πρέπει να καθίσει η Τουρκία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να αναλάβει
τις ευθύνες της ως κατοχική δύναμη.
γ) Παράλληλα πρέπει να προωθηθεί δυναμικά η πρόταση για
επανεγκατάσταση όλων των νομίμων κατοίκων στην πόλη της Αμμοχώστου και οικολογική
ανοικοδόμηση της πόλης. Άλλα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης που πρέπει να
προωθηθούν είναι η δημιουργία αποστρατικοποιημένων περιοχών (π.χ. εντός των
τειχών παλιά Λευκωσία, Μαρωνίτικα χωριά, Καρπασία) που προσφέρει συνθήκες συνεύρεσης
και συμβίωσης Τουρκοκύπριων και Ελληνοκύπριων. Πρέπει επίσης να προωθηθεί το άνοιγμα
περισσότερων οδοφραγμάτων (Κοκκίνων, Μεσαορίας), άρση των περιορισμών στη
διακίνηση προσώπων (νόμιμων κατοίκων) και επανεγκατάσταση των κατοίκων στην
Καρπασία, Μαρωνίτικα χωριά αλλά και οπουδήποτε αλλού υπάρχει ενδιαφέρον (εφαρμογή
δικαίωματος εγκατάστασης).
δ) Αποχώρηση όλων των Τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων
με παράλληλη μείωση των δυνάμεων της Εθνικής Φρουράς (μείωση στρατιωτικής
θητείας).
3. ΑΛΛΕΣ
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Πέραν όμως των πιο πάνω οφείλουμε να συζητήσουμε και νέες
πρακτικές αντιμετώπισης του αδιεξόδου που προκαλεί η Τουρκική αδιαλλαξία και η
ανικανότητα της πολιτικής ηγεσίας όπως (αναφέρονται τηλεγραφικά):
α) Μελέτη των γεωπολιτικών δεδομένων. Χάραξη
μακροχρόνιας πολιτικής στη βάση των μελετών. Ίδρυση και λειτουργία του Συμβουλίου
Γεωπολιτικής Στρατηγικής. Ανάπτυξη συμμαχιών και χρησιμοποίηση των
υδρογονανθράκων (και του θέματος της ενέργειας εν γένει) ως στρατηγικού όπλου.
β) Εκπόνηση και εφαρμογή ενός γενναίου και αποφασιστικού
σχεδίου μέτρων για αντιμετώπιση του ξεπουλήματος των Ελληνοκυπριακών περιουσιών
στα κατεχόμενα. Να μην υπάρξει «οικονομία» πόρων και μέτρων. Θεωρούμε
εξαιρετικά επιζήμιες τις αναφορές Υπουργών της Κυβέρνησης σε «ημίμετρα», σε
«αδυναμία λήψης μέτρων λόγω οικονομικής κρίσης» και στο γνωστό δόγμα ότι «η
πραγματική λύση του προβλήματος θα βρεθεί με την επίλυση του Κυπριακού
προβλήματος». Να υιοθετηθούν επιτέλους οι προτάσεις της διακομματικής
επιτροπής.
γ) Πάγωμα των ενταξιακών κεφαλαίων της Τουρκίας. Να
υπάρξει επί τούτου Πανεθνική Δέσμευση.
δ) Εκπόνηση περιεκτικού σχεδίου λύσης βασισμένου στις
Ελληνοκυπριακές προτάσεις του 1977. Το σχέδιο να μελετηθεί από ομάδες
Ελληνοκύπριων και Τουρκοκύπριων πολιτικών και οργανωμένα σύνολα, επιστήμονες
κλπ κλπ και να τύχει δημοσίου διαλόγου και διαβούλευσης (κατά το πρότυπο
διαβούλευσης για την Ευρωπαϊκή Συνθήκη ή του νέου συντάγματος της Ισλανδίας).
Εξοπλισμένη με αυτό το σχέδιο η Κυπριακή ηγεσία να προσέλθει σε
διαπραγματεύσεις με την Τουρκία για οριστική επίλυση του προβλήματος. Εννοείται
ότι το τελικό προϊόν της διαπραγμάτευσης να τεθεί σε δημοψήφισμα στο οποίο να
συμμετέχουν όλοι οι Κύπριοι, στην Κύπρο και το εξωτερικό.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Είναι φανερό ότι ένα μέρος της πρότασης μας περιλαμβάνει
ρηξικέλευθες προτάσεις για τη διαχείριση του Κυπριακού που εισάγουν νέες
διαδικασίες πέραν των τετριμμένων και καθιερωμένων που οδήγησαν στην παγίωση
των κατοχικών δεδομένων και στην καθολική απογοήτευση.
Πρέπει να καταφέρουμε να δούμε το Κυπριακό πέραν από το
κουτί – κλουβί, όπως αυτό καθιερώθηκε τα τελευταία 37 σχεδόν χρόνια. Πρέπει να εγκαταλείψουμε τη
λογική «business as
usual»,
γιατί οδηγεί το Κυπριακό, είτε σε τέλμα είτε σε περαιτέρω οδυνηρές υποχωρήσεις.
Πρέπει να σκεφτούμε με εναλλακτικό τρόπο, να
απελευθερωθούμε από τις αγκυλώσεις των 37 χρόνων ατέρμονων και επιζήμιων
συνομιλιών, να βγούμε από το κατεστημένο κουτί και με θάρρος να αντιμετωπίσουμε
τις αληθινές πραγματικότητες.