Το πρόσφατο περιστατικό της παραχώρησης Προεδρικής χάρης σε πρώην βουλευτή, κατά συρροή παραβάτη του κώδικα οδικής κυκλοφορίας, έφερε στη δημοσιότητα το πάγιο – συχνά ξεχασμένο – θέμα της βουλευτικής ασυλίας. Το θέμα δεν είναι τεράστιο, ούτε είναι το Α και το Ω της σχέσης των πολιτών με τους πολιτικούς, αλλά πρέπει να το ομολογήσουμε ότι επηρεάζει την κοινή γνώμη. Η εντύπωση που δημιουργήθηκε και καλλιεργείται συστηματικά περί της σκανδαλώδους γενικής ασυλίας των βουλευτών, δρα διαβρωτικά και υποσκάπτει το εναπομείναν κύρος της πολιτικής και των πολιτικών.
Το θέμα αυτό ήγειρα σε χρόνο ανύποπτο το 2006 όταν ενέγραψα το θέμα «η νομοθετική διευκρίνιση του εύρους και των παραμέτρων της βουλευτικής ασυλίας».
Ήταν μια ανεπιτυχής προσπάθεια για να προκαλέσω το δημόσιο διάλογο και τον προβληματισμό ανάμεσα στους βουλευτές. Ανατρέχοντας στο αρχείο μου, ανακάλυψα πολλές και ενδιαφέρουσες πληροφορίες για το θέμα, τις τοποθετήσεις βουλευτών και τις απόψεις της νομικής υπηρεσίας.
Ως εισηγητής, έλεγα στις 17/10/2006:
«Η βουλευτική ασυλία είναι ένα θέμα που συχνά συζητείται και απασχολεί την κοινή γνώμη. Αυτό είναι λογικό και αναμενόμενο αφού αποτελεί ένα στοιχείο διαχωρισμού των βουλευτών από τους υπόλοιπους πολίτες. Ως τέτοιο, συγκεντρώνει το ενδιαφέρον και την προσοχή, αφού συχνά θεωρείται προνόμιο των πολιτικών έναντι των πολιτών. Βρίσκεται λοιπόν συχνά η βουλευτική ασυλία στο επίκεντρο των συζητήσεων και αποτελεί ενίοτε την αφορμή για επικριτικά σχόλια κατά των βουλευτών. Δεν είναι βεβαίως και πολύ σπάνιο, οι βουλευτές να καταχρώνται του δικαιώματος αυτού, κατά τρόπο που το υποσκάπτουν, ενισχύοντας το ήδη σε ανοδική τάση αίσθημα κατά των πολιτικών. Για παράδειγμα, θεωρώ εκτός των προνοιών του Συντάγματος (άρθρο 83) την άποψη ότι οι βουλευτές δεν οφείλουν να πληρώνουν το πρόστιμο για την παράνομη στάθμευση ή δεν χρεώνονται ποινές για τροχαίες παραβάσεις. Τέτοιου είδους παγιωμένες αντιλήψεις αξίζει ευθύς εξαρχής να ανατραπούν προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τις πιθανές νομοθετικές ελλείψεις με καθαρή και διεισδυτική θεώρηση.
Ας εξετάσουμε λοιπόν το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο. Το τι ισχύει στην Κύπρο σχετικά με τη βουλευτική ασυλία, καθορίζεται από το άρθρο 83 του Συντάγματος. Λοιπόν, εξαρχής στην παράγραφο 1 δηλώνεται ότι «Οι βουλευταί δεν υπόκεινται εις ποινικήν δίωξιν και δεν ευθύνονται αστικώς ένεκεν οιασδήποτε εκφρασθείσης γνώμης ή ψήφου δοθείσης υπ’ αυτών εν τη βουλή των Αντιπροσώπων». Κρίνω πολύ ορθή την κατοχύρωση του δικαιώματος έκφρασης των βουλευτών. Το ίδιο ισχύει σε όλα τα Ευρωπαϊκά Κοινοβούλια. Είναι – κατά την άποψη μου – απαραίτητο να κατοχυρώνεται το δικαίωμα των βουλευτών να εκφράζονται απόλυτα ελεύθερα μέχρι και… ασύδοτα.
Όσον αφορά τα ποινικά αδικήματα, το Κυπριακό Σύνταγμα παρέχει υπό προϋποθέσεις ασυλία στους βουλευτές. Η πρώτη και βασική προϋπόθεση είναι η απαίτηση για άδεια από το Ανώτατο Δικαστήριο προκειμένου να διωχθεί ή φυλακιστεί βουλευτής. Βέβαια πρέπει να σημειωθεί ότι η απαίτηση αυτή δεν ισχύει όσον αφορά τη σύλληψη σε περίπτωση που το αδίκημα επισύρει την ποινή θανάτου ή φυλακίσεως πέντε ετών και άνω, εάν όμως ο κατηγορούμενος έχει συλληφθεί επ’ αυτοφώρου. Αλλά και σε αυτή την περίπτωση, μετά τη σύλληψη για να ακολουθήσει η περαιτέρω διαδικασία της ανάκρισης, της απαγγελίας κατηγορίας και της προσαγωγής σε δίκη χρειάζεται η άμεση άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η διαδικασία είναι περίπλοκη και ίσως γι’ αυτό πολύ σπάνια έχει τεθεί σε εφαρμογή.
Υπάρχουν κάποια στοιχεία που συναντιούνται συχνά σε άλλες Ευρωπαϊκές νομοθεσίες. Τούτα είναι π.χ. η έννοια του αυτόφωρου και οι κάποιες εξαιρέσεις (δηλαδή σε ποια αδικήματα δεν ισχύει η βουλευτική ασυλία). Επίσης η διαδικασία άρσης της ασυλίας είναι σε πολλές περιπτώσεις πολύ πιο απλή από ότι στην Κύπρο. Τέλος, αξίζει να αναφερθεί το παράδειγμα της Ολλανδίας όπου από το 1884 οι βουλευτές δεν απολαμβάνουν κάποια προνόμια σε σχέση με τους υπόλοιπους πολίτες (ordinary people) (Στην Ιρλανδία η ασυλία είναι πολύ περιορισμένη).
Αξίζει να μας προβληματίσει εάν θα ακολουθήσουμε το παράδειγμα κάποιων Ευρωπαϊκών χωρών και θα εξαιρεθούν κάποια αδικήματα από τη βουλευτική ασυλία (εκτός της αποφυγής σύλληψης) ή / και θα διευκολυνθεί η διαδικασία άρσης της βουλευτικής ασυλίας. Μια τέτοια αλλαγή πρέπει να γίνει με πολλή προσοχή διότι προϋποθέτει τροποποίηση του Συντάγματος. Η θέση του βουλευτή σαν εκφραστή της λαϊκής βούλησης (ενίοτε και των μαχητικών αιτημάτων ομάδων πολιτών) πρέπει να ενισχυθεί και όχι να αποδυναμωθεί από τις όποιες αλλαγές.
Από την άλλη όμως η βουλευτική ασυλία δεν πρέπει – κατά την άποψη μου – να τείνει να διαχωρίσει τους πολιτικούς από τους πολίτες κατά τρόπο που να προσβάλει και μειώνει τη μεταξύ τους σχέση. Η βουλευτική ασυλία πρέπει να έχει τέτοιο εύρος, νομοθετική κάλυψη και χαρακτηριστικά που να βοηθά τους βουλευτές στο έργο τους και να τιμά τη σχέση τους με τους πολίτες».
Όσα συμβαίνουν αυτές τις μέρες, επιβεβαιώνουν τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς μου. Ήδη και πριν προκύψει το θέμα με τον πρώην βουλευτή, από την περασμένο μήνα, ζήτησα την εγγραφή του ίδιου θέματος στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Θεσμών και Αξιών. Παρά την αρχική έκπληξη και τις επιφυλάξεις των συναδέλφων βουλευτών, το θέμα τελικά ενεγράφη. Βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη και περιμένει την σειρά του για να συζητηθεί. Οψόμεθα λοιπόν για τα περαιτέρω, με την ελπίδα ότι η Βουλή θα καταφέρει να άρει την ασυλία στην ασυδοσία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου